Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

erudition (en)

  • ευρυμάθεια, βαθιά γνώση που είναι αποτέλεσμα συστηματικών σπουδών και έρευνας, ιδιαίτερα στο χώρο των ανθρωπιστικών επιστημών