erotika
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- erotika < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | erotika | erotikaj |
αιτιατική | erotikan | erotikajn |
erotika (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | erotika | erotikaj |
αιτιατική | erotikan | erotikajn |
erotika (eo)