Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

eradicate (en)

  1. ξεριζώνω
  2. εξαλείφω, εξαφανίζω, εξουδετερώνω, καταστρέφω ολοκληρωτικά
    illiteracy must be eradicated

Συνώνυμα επεξεργασία