Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

encapsuler < en + capsule

  Ρήμα επεξεργασία

encapsuler (fr)

Συγγενικά επεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη capsuler