Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

ekde < ek- + de

  Επίρρημα επεξεργασία

ekde (eo)

ekde la pasinta jaro ekzistas..., από τον περασμένο χρόνο υπάρχει...