Αγγλικά (en) επεξεργασία

παραθετικά
θετικός economical
συγκριτικός more economical
υπερθετικός most economical

  Ετυμολογία επεξεργασία

economical < economic + -al

  Επίθετο επεξεργασία

economical (en)

  • οικονομικός, που έχει καλή εξυπηρέτηση ή αξία σε σχέση με τον χρόνο ή τα χρήματα που δαπανήθηκαν
    an economical car - οικονομικό αυτοκίνητο

  Πηγές επεξεργασία