dziewięć
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Αριθμητικό επεξεργασία
dziewięć (pl)
- εννέα
- w teleturnieju udział brało dziewięciu panów i dziewięć pań - στον τηλεμαραθώνιο μέρος πήρανε εννέα άντρες και εννέα γυναίκες
Συγγενικά επεξεργασία
Σημειώσεις επεξεργασία
- συντάσσεται με γενική (dopełniacz)