dudeka
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dudeka | dudekaj |
αιτιατική | dudekan | dudekajn |
dudeka (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | dudeka | dudekaj |
αιτιατική | dudekan | dudekajn |
dudeka (eo)