doktora
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Επίθετο επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | doktora | doktoraj |
αιτιατική | doktoran | doktorajn |
doktora (eo)
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | doktora | doktoraj |
αιτιατική | doktoran | doktorajn |
doktora (eo)