disko
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | disko | diskoj |
αιτιατική | diskon | diskojn |
disko (eo)
- ο δίσκος
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | disko | diskoj |
αιτιατική | diskon | diskojn |
disko (eo)