discrete component
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία
discrete component (en)
Αντώνυμα επεξεργασία
Δείτε επίσης επεξεργασία
- discrete component στην αγγλική Βικιπαίδεια
Αναφορές επεξεργασία
- ↑ «διάκριτο εξάρτημα» από αναζήτηση «discrete component» στη Βάση Τηλεπικοινωνιακών Όρων TELETERM από τη Μόνιμη Ομάδα Τηλεπικοινωνιακής Ορολογίας (ΜΟΤΟ), τον ΟΤΕ, τον ΕΛΟΤ και τον ΕΛΕΤΟ.