différenciation
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- différenciation < différencier
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
différenciation | différenciations |
différenciation (fr) θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
différenciation | différenciations |
différenciation (fr) θηλυκό