Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

deporto < de- + porto

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /deːˈpor.toː/
 

  Ρήμα επεξεργασία

deporto (la) (dēportō1, dēportāvī, dēportātum, dēportāre)

Κλίση επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία