Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

cutoff (en)

  1. αποκοπή ή μη ισχύς πέρα από συγκεκριμένη τιμή ή σημείο
  2. (φυσική) εύρος ισχύος αλληλεπίδρασης