coup de foudre
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ku də fudʁ/
Έκφραση επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
coup de foudre | coups de foudre |
coup de foudre (fr) αρσενικό
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
coup de foudre | coups de foudre |
coup de foudre (fr) αρσενικό