Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɔ̃.vwa.tiːz/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
convoitise convoitises

convoitise (fr) θηλυκό