Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɔ.nik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
conique coniques

conique (fr) αρσενικό ή θηλυκό