Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

confugio < cum + fugio

  Ρήμα επεξεργασία

confugio (la) (cōnfugiō1, cōnfūgī, /, cōnfugere)

Κλίση επεξεργασία

Κλίνεται σαν το fugio αλλά μόνο στην ενεργητική φωνή κι όχι στην παθητική.

Δείτε επίσης επεξεργασία