Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

confédération < λείπει η ετυμολογία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
confédération confédérations

confédération (fr) θηλυκό