Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας come before
γ΄ ενικό ενεστώτα comes before
αόριστος came before
παθητική μετοχή come before
ενεργητική μετοχή coming before

  Ετυμολογία επεξεργασία

come before < → δείτε τις λέξεις come και before

  Ρήμα επεξεργασία

come before (en)

  • (επίσημο) περνάω, ρυθμίζω κάτι μέσα σε δικαστήριο ή επιτροπή
    I come before a judge.
    Περνώ από δίκη.
    I come before a medical board.
    Περνώ από υγειονομική επιτροπή.
     συνώνυμα: → δείτε τη λέξη come up

  Πηγές επεξεργασία