colombier
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- colombier < colombe
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
colombier | colombiers |
colombier (fr) αρσενικό
- ο περιστεριώνας σε μορφή πύργου
ενικός | πληθυντικός |
colombier | colombiers |
colombier (fr) αρσενικό