Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

clobber (en) (αργκό)

  1. χτυπώ κάποιον με δύναμη, κοπανώ, χτυπώ, πλήττω
  2. (μεταφορικά) προξενώ βλάβη-ζημιά-σφάλμα-πρόβλημα, πλήττω
  3. (μεταφορικά) κριτικάρω έντονα

  Ουσιαστικό επεξεργασία

clobber (en)

  • τύπος πορσελάνινης σμαλτογραφίας• επισμαλτωμένα διακοσμητικά στοιχεία σε πορσελάνη