Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /si.ne.ma.tɔ.ɡʁa.fik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
cinématographique cinématographiques

cinématographique (fr) αρσενικό ή θηλυκό