chiton
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- chiton < αρχαία ελληνική χιτών
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
chiton (en)
- ο χιτώνας, το αρχαιοελληνικό ένδυμα
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
chiton | chitons |
Ετυμολογία επεξεργασία
- chiton < αρχαία ελληνική χιτών
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
chiton (fr)