Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

chausse-pied < chausser + pied

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ʃos.pje/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
chausse-pied chausse-pieds

chausse-pied (fr) αρσενικό