Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

catamaran (en)

  1. σχεδία από δύο ή περισσότερους κορμούς δεμένους μαζί
  2. το καταμαράν



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
catamaran catamarans

  Ουσιαστικό επεξεργασία

catamaran (fr) αρσενικό

  1. το καταμαράν