Λατινικά (la) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

casus belli < < → δείτε τη λέξη  casus (περίπτωση) + bellum (πόλεμος)

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

casus belli αρσενικό