Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ka.lɔ.ʁik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
calorique caloriques

calorique (fr) αρσενικό ή θηλυκό