Βενετικά (vec) επεξεργασία

 
δαμάσκηνο

  Ουσιαστικό επεξεργασία

bronbaro (vec)

  1. (φυτό) το φυτό δαμασκηνιά
  2. (φρούτο) το φρούτο δαμάσκηνο