broadcasting
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- broadcasting: μετοχή & ουσιαστικοποιημένη μετοχή
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ˈbrɔːdkɑːstɪŋ/
Ουσιαστικό επεξεργασία
broadcasting (en)
- το να εκπέμπω, η εκπομπή (ραδιφωνικού ή τηλεοπτικού προγράμματος)
- ↪ the British Broadcasting Corporation - το Βρετανικό Ίδρυμα Ραδιοφωνίας
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
broadcasting (en)