boa
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
boa (en)
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
boa | boas |
boa (fr) αρσενικό
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
boa (it)
Πολωνικά (pl) επεξεργασία
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
boa (pl) ουδέτερο