Αγγλικά (en) επεξεργασία

ενεστώτας bide
γ΄ ενικό ενεστώτα bides
αόριστος bode, bided
παθητική μετοχή bidden, bided
ενεργητική μετοχή biding
αγγλικά ανώμαλα ρήματα

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /baɪd/ (βρετανική κα ΗΠΑ)

  Ρήμα επεξεργασία

bide (en)

  1. (παρωχημένο) διαμένω
  2. (παρωχημένο) περιμένω

Εκφράσεις επεξεργασία

Σημειώσεις επεξεργασία

  • Παρωχημένο, εκτός από την έκφραση bide one's time. Αντ' αυτού χρησιμοποιείται το ρήμα abide



Βασκικά (eu) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

bide (eu)



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
bide bides

bide (fr) αρσενικό

  1. (αργκό) η κοιλιά
    rentre ton bide ! - βάλε μέσα την κοιλιά σου!
  2. (αργκό) η αποτυχία
    cette voiture a fait un bide - αυτό το αυτοκίνητο ήταν σκέτη αποτυχία