Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Επίθετο επεξεργασία

παραθετικά
θετικός bewitching
συγκριτικός more bewitching
υπερθετικός most bewitching

bewitching (en)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
bewitching bewitchings

bewitching (en)

  Ρηματικός τύπος επεξεργασία

bewitching (en)