Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

barbecue (en)

  1. η ψησταριά
  2. το μπάρμπεκιου, το γεύμα όπου καλεί κανείς φίλους για να ψήσουν και να φάνε όλοι μαζί



Γαλλικά (fr) επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
barbecue barbecues

  Ουσιαστικό επεξεργασία

barbecue (fr) αρσενικό