Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ρήμα επεξεργασία

back off (en)

  1. οπισθοχωρώ, πηγαίνω προς τα πίσω
  2. υπαναχωρώ
  3. χαμηλώνω (μια ρύθμιση, πχ την ένταση σε μια συσκευή ήχου)