Γαλλικά (fr) επεξεργασία

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /a.ta.ksik/

  Επίθετο επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
ataxique ataxiques

ataxique (fr) αρσενικό ή θηλυκό