architrave
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
architrave (en)
- (αρχιτεκτονική) το επιστύλιο
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
architrave | architraves |
Ουσιαστικό επεξεργασία
architrave (fr) θηλυκό
- (αρχιτεκτονική) το επιστύλιο
- (ναυτικός όρος) δοκάρι που υποστηρίζει ορισμένα μέρη ενός πλοίου