apolitique
Γαλλικά (fr)
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /a.pɔ.li.tik/
Επίθετο
επεξεργασίαενικός | πληθυντικός |
apolitique | apolitiques |
apolitique (fr) αρσενικό ή θηλυκό
ενικός | πληθυντικός |
apolitique | apolitiques |
apolitique (fr) αρσενικό ή θηλυκό