amfiteatro
Εσπεράντο (eo) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | amfiteatro | amfiteatroj |
αιτιατική | amfiteatron | amfiteatrojn |
amfiteatro (eo)
- το αμφιθέατρο
πτώση | ενικός | πληθυντικός |
---|---|---|
ονομαστική | amfiteatro | amfiteatroj |
αιτιατική | amfiteatron | amfiteatrojn |
amfiteatro (eo)