alpacca
Ιταλικά (it) επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
---|---|
alpacca | alpacche |
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
alpacca (it) θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- alpacca - Vocabolario Treccani online, Istituto della Enciclopedia Italiana (Istituto Treccani).