Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

aerodrome < aero- + -drome[1]

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ˈer-ə-ˌdrōm/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

      ενικός         πληθυντικός  
aerodrome aerodromes

aerodrome (en)

  Αναφορές επεξεργασία

  1. aerodrome - Merriam–Webster Online Dictionary (μονόγλωσσο λεξικό, αγγλικά, από το 1828)