abbiamo
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ρηματικός τύπος επεξεργασία
abbiamo (it)
- α΄ πρόσωπο πληθυντικού οριστικής & υποτακτικής ενεστώτα του avere
- ↪ non abbiamo problemi seri - → λείπει η μετάφραση
- α΄ πρόσωπο πληθυντικού προστακτικής του avere
abbiamo (it)