abaisse
Γαλλικά (fr) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- abaisse < abaisser
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ενικός | πληθυντικός |
abaisse | abaisses |
abaisse (fr) θηλυκό
- λεπτό φύλλο ζύμης που αποτελεί το κάτω μέρος ενός γλυκίσματος
ενικός | πληθυντικός |
abaisse | abaisses |
abaisse (fr) θηλυκό