Εσπεράντο (eo) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

aŭtomate < aŭtomat- + -e

  Επίρρημα επεξεργασία

aŭtomate (eo)

la mesaĝo estas aŭtomate generita - το μήνυμα δημιουργείται αυτόματα