Ware
Γερμανικά (de) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
ονομαστική | die | Ware | die | Waren |
γενική | der | Ware | der | Waren |
δοτική | der | Ware | den | Waren |
αιτιατική | die | Ware | die | Waren |
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
Ware (de) θηλυκό
Αγγλικά (en) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ware < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ware αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- National Records of Scotland, retrieved 10/8/2023, Lists of most common surnames in the registers for selected years, 2021 [1]
Ιταλικά (it) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ware < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ware αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Pagine Bianche, ανακτήθηκε στις 22/8/2023 [2]
Σουηδικά (sv) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Ware < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Ware αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [3]