Pfund
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Pfund < με αρχή από την (κληρονομημένο) πρωτογερμανική *pundą < λατινική pondō (με βάρος) ή pondus (βάρος)
- ΑΠΟΓΟΝΟΙ: για τη μονάδα μέτρησης: ↷ νέα ελληνικά: φούντι, φούντιον
Προφορά επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
Pfund (de) θηλυκό
- (μονάδα μέτρησης) λίβρα ή λίμπρα, 500 γραμμάρια ή μισό κιλό
- (νόμισμα) βρετανικό νόμισμα, η αγγλική λίρα
Γερμανικά (de) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- Pfund < → λείπει η ετυμολογία
Κύριο όνομα επεξεργασία
Pfund αρσενικό ή θηλυκό
Πηγές επεξεργασία
- TNG-Adler, Liste der Nachnamen, ανακτήθηκε στις 29/9/2023 [1]