Γερμανικά (de) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική der Norden
γενική des Nordens
δοτική dem Norden
αιτιατική den Norden

  Προφορά επεξεργασία

 

  Ουσιαστικό επεξεργασία

Norden (de) αρσενικό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία



Σουηδικά (sv) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Norden < λείπει η ετυμολογία

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Norden αρσενικό ή θηλυκό

  Πηγές επεξεργασία

  • Last names with at least 10 bearers among persons registered on 31 December of each year. Year 1999 - 2020, Statistics Sweden [1]