Αγγλικά (en) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

MSI < Medium Scale Integration
MSI < Microsoft Installer

  Συντομομορφή επεξεργασία

MSI (en) αρκτικόλεξο

  1. (ηλεκτρονική) ολοκλήρωση μεσαίας κλίμακας: μερικές εκατοντάδες (100-3000) κρυσταλλοτρίοδοι ανά ολοκληρωμένο κύκλωμα.
  2. (λογισμικό) πρόγραμμα, διεπαφή προγραμματισμού εφαρμογών (API) των Microsoft Windows που χρησιμοποιούνται για την εγκατάσταση, συντήρηση και αφαίρεση λογισμικού

Δείτε επίσης επεξεργασία

  • MSI στην αγγλική Βικιπαίδεια