Γερμανικά (de) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

LKW < από τα αρχικά της σύνθετης λέξης Lastkraftwagen

  Προφορά επεξεργασία

 

  Συντομομορφή επεξεργασία

LKW (de) αρσενικό