Λιθουανικά (lt) επεξεργασία

  Ετυμολογία επεξεργασία

Kalėdos < σλαβικής προέλευσης ς προέλευσης

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /kɐˈlʲěːd̪oːs̪/

  Κύριο όνομα επεξεργασία

Kalėdos (lt) θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό